Ομιλία Γιώργου Κατρούγκαλου στη Διαρκή Επιτροπή Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων, στη συνεδρίαση για την κύρωση Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και Ελλάδας και Αιγύπτου για την οριοθέτηση ΑΟΖ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ (Εισηγητής της Μειοψηφίας): Σας ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Εύχομαι σε όλες και σε όλους, αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι καλή επιστροφή σε μία περίοδο που θα είναι δύσκολη για την πατρίδα μας, αλλά τα έχουμε καταφέρει και σε δυσκολότερες περιόδους.
Θα συνεχίσω τη σκέψη της Εισηγήτρια μας, ξεκινώντας από τη βασική παρατήρηση ότι κάθε συμφωνία αξιολογείται στο στρατηγικό της περιβάλλον. Δηλαδή, όχι μόνο στα διακυβεύματα της συγκεκριμένης συγκυρίας που έρχεται να αντιμετωπίσει, βλέπε έξαρση της τουρκικής επιθετικότητας, βλέπε παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο, αλλά και ταυτόχρονα την ένταξή της σε ένα δικό μας εθνικό σχέδιο στρατηγικής.
Έχουμε δηλώσει πολλές φορές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πατριωτική δύναμη ευθύνης, θα στηρίξει μία εθνική στρατηγική. Βλέπω δύο προϋποθέσεις για αυτό.
Η μία είναι όλες οι πολιτικές δυνάμεις να λέμε την αλήθεια στον ελληνικό λαό ως προς τις παραμέτρους του προβλήματος, να το διαπαιδαγώγηση και να μην είμαστε εύκολοι στη διολίσθηση σε εθνικιστικές και σε ακραίες θέσεις.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι να υπάρχει ένα σχέδιο στρατηγικής.
Και στα δύο θέματα, θεωρώ ότι η σημερινή πολιτική της Νέας Δημοκρατίας περνάει κάτω από τον πήχη. Για το θέμα της αλήθειας δεν χρειάζεται να επεκταθώ ιδιαίτερα, λίγες μέρες μετά την εκπαραθύρωση του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας επειδή είπε την αλήθεια και, μάλιστα, την αυτονόητη αλήθεια. Καιμ δυστυχώς αυτόδεν είναι μεμονωμένο επεισόδιο.
Σε αρκετές περιπτώσεις η Νέα Δημοκρατία συσκότισε συνειδητά το χαρακτήρα των τουρκικών προκλήσεων της τουρκικής επιθετικότητας, για να συγκαλύψει την αδυναμία της ή να τις προλάβει να τις αποκρούσει. Αυτό έγινε και την πρώτη φορά από το Oruc Reis, τάχα, το πήρε ο αέρας εντός του FIR Αθηνών. Έγινε και στο δεύτερο συμβάν του Έβρου, όταν απευθύναμε δύο αυστηρά διαβήματα στην Τουρκία, τα οποία ζητήσαμε να κατατεθούν στην Εθνική Αντιπροσωπεία και ποτέ δεν ήρθαν, αλλά ισχυριζόμαστε ότι δεν υπήρξε καμία είσοδος τούρκων στρατιωτών σε ελληνικό έδαφος. Δεν θέλω να επεκταθώ σε αυτό, γιατί η υποχρέωση της αληθείας πρέπει να είναι αυτονόητη για όλους μας.
Πρέπει ο λαός μας να θεωρεί εθνικό ότι είναι αληθές.
Τώρα στο κενό στρατηγικής. Για να νομιμοποιούμαστε να ασκούμε κριτική για κενό στρατηγικής, έπρεπε να αντιπροτείνουμε τη θεωρούμε εμείς τι πρέπει να γίνει.
Πολλές φορές έχουμε πει ότι απέναντι στην έξαρση της τουρκικής επιθετικότητας, θα έπρεπε, καταρχάς, να επιδιώξουμε οι δικές μας κόκκινες γραμμές να γίνουν ευρωτουρκικές κόκκινες γραμμές μέσω μιας διττής τακτικής, που από τη μια μεριά θα απειλούσε σημαντικές, ισχυρές, ουσιαστικές κυρώσεις απέναντι στην Τουρκία, στην οικονομία εκεί που είναι αυτή τη στιγμή η αχίλλειος πτέρνα της, ώστε να σκέφτεται μια και δύο φορές πριν προχωρήσει στην επόμενη επιθετική κίνηση, σε συνδυασμό με μια θετική ατζέντα στην περίπτωση που εγκατέλειπε την παράνομη και επιθετική της πολιτική, που θα μπορούσε να συνδυαστεί με επέκταση της τελωνειακής ένωσης, Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας και σε άλλα προϊόντα, μια αμοιβαία επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας για το προσφυγικό.
Απέναντι σε αυτό είδαμε τον Αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών λίγους μήνες πριν να ανακοινώνει στη Βουλή ότι είναι στρατηγική απόφαση η μη αναζήτηση κυρώσεων και πολύ όψιμα, χωρίς προετοιμασία και για αυτό αναποτελεσματικά, μόλις πρόσφατα να τίθεται από τον Πρωθυπουργό παρόμοιο θέμα. Παρόμοιο κενό υπήρξε και σε σχέση με τη συμμετοχή μας στον ευρωτουρκικό διάλογο, όχι μόνο στο θέμα της μη συμμετοχής στη διαδικασία του Βερολίνου για τη Λιβύη, αλλά ούτε καν για το προσφυγικό. Φυσικά ακόμα και η ίδια αυτή η συμφωνία για την Αίγυπτο δεν φαίνεται ότι προετοιμάστηκε διπλωματικά, για να αντιμετωπίσει την εντελώς αναμενόμενη κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας.Δεν λέω εδώ, σε καμία περίπτωση, ότι δεν έπρεπε να γίνει, εφόσον η Κυβέρνηση τη θεωρούσε ορθή. Δεν ετεροπροσδιορίζεται η εξωτερική μας πολιτική.
Έπρεπε, όμως, να φροντίσει να έχει εξασφαλίσει διπλωματική στήριξη από τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που την είδαμε να μην υπάρχει στα τελευταία Συμβούλια. Και αυτό όχι μόνον ως προς την επιβολή κυρώσεων, όπου αναφέρθηκα. Ούτε καν στην ύπαρξη μιας κοινής δήλωσης καταδικαστικής, με έντονο τρόπο, των κινήσεων της Τουρκίας.
Είδαμε αυτήν τη στρατηγική να ελλείπει και στα προκαταρκτικά της στάδια. Δεν έγινε, για παράδειγμα, το κλείσιμο κόλπων. Δεν έγινε ορισμός των ευθειών γραμμών βάσης. Δεν έγινε η επέκταση των χωρικών μας υδάτων στο Ιόνιο, όπως είχαμε ζητήσει, και προοπτικά και νότια και ανατολικά της Κρήτης. Αυτή είναι η γενικότερη κριτική που ασκούμε.
Επί της Συμφωνίας καθεαυτής, τώρα.
Τι θεωρούμε θετικό στη συμφωνία. Θεωρούμε θετικό ότι διεμβολίζει και αντιρροπεί το Τουρκολιβυκό Σύμφωνο, ολοκληρώνοντας, μάλιστα, μια διαπραγμάτευση που την είχαμε και εμείς φτάσει σε ένα σημείο σχετικής ωριμότητας.
Ποια τα προβλήματα που θεωρούμε ότι υπάρχουν; Καταρχάς, όχι απλώς δεν γνωρίζουμε την επήρεια των νησιών, αλλά ούτε καν τις αρχές και τη μεθοδολογία που ακολουθήθηκε, ούτως ώστε να φτάσουμε στη Συμφωνία αυτή. Ούτε στο προοίμιο, ούτε στα άρθρατης Συμφωνίας γίνεται αναφορά στις αρχές που διέπουν την οριοθέτηση. Προς αντιπαραβολή, η αντίστοιχη Συμφωνία της Αιγύπτου του 2003, για οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Κύπρο, προσδιορίζει -στο άρθρο 1- ρητά και πανηγυρικά τον κανόνα της μέσης γραμμής, με βάση τον οποίο συντελέστηκε η οριοθέτηση. Εδώ, δεν είχαμε εφαρμογή αυτής της μέσης γραμμής.
Ζητάμε από την Κυβέρνηση, αφενός να προσδιορίσει την επήρεια των νησιών, γιατί -αντίθετα με τη συμφωνία με την Ιταλία που την ξέρουμε- δεν προσδιορίζεται εδώ. Κυρίως, όμως, τη μεθοδολογία που εφαρμόστηκε. Στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, σε τηλεοπτικές συζητήσεις, ισχυρίζονται ότι είναι η εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Να μας το πει η Κυβέρνηση επίσημα. Ιδίως, όμως, να μας πει αν αυτή τη μεθοδολογία πρόκειται να χρησιμοποιήσεικαι στις διαπραγματεύσεις που θα έχουμε με την Τουρκία. Εδώ, υπάρχει μια άλλη εκδοχή της υποχρέωσης αλήθειας που έχετε απέναντι στον ελληνικό λαό. Και, κυρίως, να μην φοβηθείτε τις τυχόν αντιδράσεις που μπορεί να υπάρχουν στο εσωτερικό της παράταξης σας, είτε από εθνικιστική σκοπιά, είτε από αυτό που χαρακτήρισε ορθά η Εισηγήτριά μας «ως υπέρμαχους της ακινησίας και της μη λύσης».
Εμείς, εάν τη μεθοδολογία, την οποία θα ανακοινώσετε, θεωρήσουμε ότι εντάσσεται σε ένα εθνικό σχέδιο στρατηγικής, το οποίο πρέπει να συζητηθεί βέβαια αναλυτικά, κατεξοχήν μεταξύ των πολιτικών αρχηγών, στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής, είμαστε διατεθειμένοι να τη στηρίξουμε. Αλλά, εσείς πρέπει να μας το πείτε.Πώς θα προσέλθετε στις διερευνητικές; Πώς θα εξηγήσετε στην τουρκική πλευρά τις ελληνικές θέσεις για τη μέση γραμμή, την αναλογικότητα, την επήρεια των νησιών; Μέχρι στιγμής, ο νόμος 4001/2011 δεσμεύει πολιτικά ως προκαταρκτική ενέργεια, με μόνη βάση για την οριοθέτηση, τη μέση γραμμή. Θα πρέπει να μας πείτε πως τοποθετείστε απέναντι σε αυτόν τον κανόνα.
Το δεύτερο θέμα, που θεωρούμε προβληματικό και ότι χρήζει διευκρινίσεων, είναι η μερική οριοθέτηση, όχι τόσο καθαυτή -και εμείς σε ορισμένους γύρους διαπραγματευόμαστε μερική οριοθέτηση-, αλλά ως προς τη διχοτόμηση της Ρόδου, στον 25ο Μεσημβρινό, όπου ξέρετε ότι στηρίζει όλες τις παράνομες διεκδικήσεις της η Τουρκία.
Αν προσέξει κανείς το χάρτη, η οριοθέτηση δεν ακολουθεί τη γεωγραφική φορά των ακτών, αλλά αποκλίνει προς το βορρά, συναντώντας έτσι το άκρο όριο του οικοπέδου που παράνομα έχει αδειοδοτήσει η Τουρκία, με στοιχεία AR/TPO/XVIII/5035 και που συνιστά ταυτόχρονα το βόρειο όριο της προτεινόμενης, από την Άγκυρα προς το Κάϊρο, αιγυπτιακής ΑΟΖ.