Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019
Συζήτηση για το σχέδιο νόμου: «Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μέτρα εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016».
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Πράγματι συζητάμε έναν νόμο που αναφέρεται σε μία νέα πηγή διακινδύνευσης για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες. Ήδη από τη δεκαετία του ’70, όταν είχαμε την πρώτη πρωτοποριακή νομοθεσία σε επίπεδο γερμανικού Lander, ο νομοθέτης αντιλήφθηκε ότι η ιδιωτικότητα κινδυνεύει από μία νέα πηγή διακινδύνευσης που αναφέρεται σε εκείνη την εποχή, κυρίως στη δραστηριότητα του Δημοσίου. Ο φόβος ενός πανοπτικού συστήματος παρακολούθησης του δημόσιου χώρου, υπό ορισμένες προϋποθέσεις και του ιδιωτικού, έθετε την υποχρέωση στην δημόσια τάξη να οργανώσει την προστασία του υποκειμένου.
Η Ευρώπη είναι πρωτοποριακή στον τομέα αυτό. Ενώ στην Αμερική η μόνη συνταγματική βάση είναι αυτή της τέταρτης αναθεώρησης και βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην προστασία της privacy, της ιδιωτικότητας, στην Ευρώπη έχουμε πολύ πιο εντοπισμένες, ειδικότερες και άρα προστατευτικότερες διατάξεις τόσο σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το άρθρο 8, τα αντίστοιχα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, και στα εθνικά συντάγματα, στο Ελληνικό Σύνταγμα έχουμε την ειδική διάταξη του 9Α, τη διάταξη του άρθρου 9 και ένα άλλο πλέγμα ρυθμίσεων.
Πρέπει να καταστεί σαφές όμως ότι ενώ η πρώτη πηγή διακινδύνευσης φαινόταν να είναι το κράτος, ήδη τις τελευταίες δεκαετίες τόσο λόγω της πολύ επιθετικής πολεμικής ιδεολογίας της αγοράς, του νεοφιλελευθερισμού, όσο λόγω και των εξελίξεων σε επίπεδο τεχνολογίας -η τέταρτη φάση της τεχνολογικής επανάστασης, το δίκαιο του ίντερνετ των πραγμάτων- φαίνεται να μετατοπίζεται η βασική πηγή διακινδύνευσης από το Δημόσιο στους ιδιωτικούς φορείς εξουσίας. Ένα παράδειγμα σε ό,τι αφορά την ρύθμιση της αγοράς της ιδιωτικής ασφάλισης ανάγεται στη δυνατότητα που μπορούν να έχουν οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες να διαχειρίζονται δεδομένα γενετικά, για να προσδιορίζουν αναλόγως τιμολογιακές πολιτικές ή και να αποκλείουν ασφαλιστικούς κινδύνους.
Ένα από τα θετικά σημεία του Υπουργού είναι ότι παρέλειψε από την αιτιολογική έκθεση μία αναφορά που προσδιόριζε ως σημαντικό συμφέρον για το κοινό καλό την προσιτή ιδιωτική ασφάλιση υγείας, που ουσιαστικά θα βοηθούσε τέτοιες διακινδυνεύσεις υπέρ του Μολώχ της αγοράς να βρουν έρεισμα και στην εθνική έννομη τάξη.
Ακόμα μεγαλύτερες είναι οι διακινδυνεύσεις στο επίπεδο του χώρου εργασίας, εκεί που κατεξοχήν εκδηλώνονται άνισες σχέσεις μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου. Στη συνέχεια θα αναφερθώ σ’ αυτά.
Η Οδηγία, λοιπόν, έρχεται να συμπληρώσει τον γενικό κανονισμό προστασίας δεδομένων και την προηγούμενη οδηγία της δεκαετίας του ’90 και περιλαμβάνει διάφορα σημαντικά προβλήματα στάθμισης ανάμεσα στην ελευθερία και την ασφάλεια.
Να σας θυμίσω τη παλιά ρήση του πατέρα του αμερικανικού Συντάγματος που έλεγε ότι όσοι είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν την ελευθερία τους για την ασφάλειά τους καταλήγουν να μην έχουν ούτε ελευθερία ούτε ασφάλεια. Ακριβώς, λοιπόν, λόγω της πολυπλοκότητας αυτών των διακυβευμάτων και των διλημμάτων, εννιά χώρες –όχι μόνο η Ελλάδα- στην αρχή του χρόνου, στις 24/1/2019 –αναφέρω αυτές τις χώρες για τα Πρακτικά, η Κύπρος, η Ισπανία, η Τσεχία, η Πορτογαλία, η Ολλανδία, η Λετονία, η Σλοβενία, η Βουλγαρία, η Τσεχία- δεν είχαν πλήρως προσαρμόσει την εσωτερική τους νομοθεσία. Ήταν και η Ελλάδα μεταξύ αυτών. Βρισκόταν, όμως, σε συνεννόηση η προηγούμενη κυβέρνηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ούτως ώστε να υπάρχει κατανόηση μετά την ψήφιση των Κωδίκων ότι θα εισαγόταν το σχετικό νομοσχέδιο που θα ενσωμάτωνε την Οδηγία, γι’ αυτό και δεν είχαν κινηθεί επί των ημερών μας οι σχετικές διαδικασίες για επιβολή προστίμου. Για τα υπόλοιπα αναφέρομαι σε όσα διατύπωσε ο Κοινοβουλευτικός μας Εκπρόσωπος. Παρ’ όλα όσα ανέφερε για τα γενικότερα δείγματα γραφής ως προς τη νομοθέτηση που έχει δώσει η Κυβέρνηση, θέλω προσωπικά να διαφοροποιήσω τη στάση του Υπουργού Δικαιοσύνης σε σχέση μ’ αυτό το νομοσχέδιο, τουλάχιστον σύμφωνα με τις δηλώσεις του, γιατί ακόμα δεν έχω δει τις νομοτεχνικές βελτιώσεις. Άρα, είμαι στην περίεργη θέση να τοποθετηθώ με την υπόθεση ότι έχουν γίνει αποδεκτές αυτές οι νομοτεχνικές βελτιώσεις, όπως δήλωσε, μολονότι δεν τις έχω δει.
Ο λόγος που εξαίρω αυτήν τη στάση είναι γιατί και με τη γενικότερη ήπια τοποθέτησή του στην Επιτροπή, η οποία τοποθέτηση συνεχίζεται και σήμερα, αλλά και κυρίως με τη διάθεσή του να δεχθεί τις προτάσεις της Αντιπολίτευσης, δείχνει ότι πράγματι εδώ έχουμε να αντιμετωπίσουμε έναν κοινό στόχο που αφορά τα δικαιώματα και τις ελευθερίες και υπερβαίνει, χωρίς να τις ξεπερνά πάντα, τις κομματικές αντιπαραθέσεις. Λέω «χωρίς να τις ξεπερνά πάντα» γιατί υπάρχει ένας ιδεολογικός πυρήνας που αφορά τα όρια της ελευθερίας της οικονομικής, της αγοράς και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων που είναι λογικό να έχουμε διαφορετικές απόψεις.
Οι γενικές μου παρατηρήσεις είναι οι εξής, πέραν όσων αναφέραμε στην Επιτροπή για το ότι φαίνεται ο παρών νόμος να αποτελεί αντιγραφή σε μεγάλο βαθμό του αντίστοιχου γερμανικού. Ο Υπουργός δεσμευόταν στην πραγματικότητα γι’ αυτό από το πόρισμα της νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής και γι’ αυτόν τον λόγο δεν μπορώ να ασκήσω καλόπιστη κριτική. Όμως, υπάρχουν κενά σε ό,τι αφορά την ενσωμάτωση στο κείμενο αυτό, που ξεπερνά την εθνική οδηγία, ζητημάτων που αφορούν στους σκοπούς εθνικής ασφάλειας.
Αντίστοιχες ρυθμίσεις προβλέπονταν στον ν. 2470/1997. Ακριβώς λόγω τού ότι καταργούνται αυτές οι ρυθμίσεις από τον συγκεκριμένο νόμο, εδώ δημιουργείται ένα κενό που στο μέλλον θα πρέπει να ρυθμιστεί.
Επίσης, σε ό,τι αφορά το αν υπάγονται τα δικαστήρια στους δημόσιους φορείς, όπως ορίζονται από τον νόμο, υπάρχει ένα κενό και εν πάση περιπτώσει δεν περιλαμβάνονται ειδικότεροι κανόνες αναφορικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται σε ποινικές καταδίκες και σε αδικήματα. Η ρύθμιση του άρθρου 10 του Κανονισμού δεν μπορεί να αποτελέσει ειδική νομική βάση γιατί είναι ατελής ως προς αυτά.
Όπως είπε και ο Κοινοβουλευτικός μας Εκπρόσωπος, όλα αυτά δείχνουν ότι θέματα που είναι εκτός του άμεσου πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας και που κυρίως δημιουργούν τα θέματα αντιπαράθεσης, δηλαδή τα θέματα που αφορούν τα άρθρα 21 έως 42 κ.λπ, θα μπορούσαν να περιληφθούν σε νομοσχέδιο που να συζητηθεί με την τακτική διαδικασία και όχι με τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
Λέω εκ των προτέρων ότι εν όψει της ενσωμάτωσης από τον Υπουργό των νομοτεχνικών βελτιώσεων που προτείνουμε, θα υπερψηφίσουμε το νομοσχέδιο κατ’ αρχήν.
Εκφράζουμε όμως τις εξής επιφυλάξεις μας για τα παρακάτω άρθρα. Ακόμα κι αν γίνουν δεκτές οι νομοτεχνικές μας βελτιώσεις θεωρούμε ότι υπάρχει έδαφος για περαιτέρω βελτίωση και γι’ αυτό προτιθέμεθα να ψηφίσουμε «ΠΑΡΩΝ» υπογραμμίζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την ανάγκη στο μέλλον περαιτέρω επεξεργασίας.
Ως προς την Αρχή Προστασίας Δεδομένων στο άρθρο 12 που αφορά στα κωλύματα, έχουμε μια επιφύλαξη στο ότι τα κωλύματα θα έπρεπε γενικά να ισχύουν για όλες τις ανεξάρτητες αρχές κι όχι μόνο για τη συγκεκριμένη. Έχουμε μια επιμέρους επιφύλαξη για το αν η ιδιότητα του Βουλευτή μπορεί να αποτελέσει διαρκές κώλυμα για τον μη ορισμό στην αρχή προστασίας.
Στο άρθρο 17 ισχύουν οι επιφυλάξεις που εκφράσαμε στην επιτροπή ως προς το μονοπρόσωπο του Προέδρου, κατά πόσο μπορεί να αποτελεί αυτός δεσμευτικά όργανο λήψης απόφασης.
Στο άρθρο 22 έχουμε επιφύλαξη σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα εξαιρέσεων από την απαγόρευση επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων που φαίνεται να μην προκύπτουν από τον Κανονισμό.
Στο άρθρο 24 έχουμε προτείνει και βελτιώσεις αλλά και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής υπογραμμίζει ότι η εικαζόμενη συγκατάθεση δεν προκύπτει ως δυνατότητα από τον Κανονισμό που θέλει πάντοτε αυτή να είναι ρητή.
Στο άρθρο 25 θα ψηφίζαμε «ΚΑΤΑ» ακριβώς γιατί προβλέπεται παράδοξα στο αρχικό σχέδιο η δυνατότητα ιδιωτικών φορέων να επεξεργάζονται δεδομένα για σκοπούς εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης, πράγμα προφανώς άτοπο. Αλλά εκεί έχω διαβεβαίωση του Υπουργού ότι έχει τροποποιηθεί η σχετική ρύθμιση. Είναι από τα πλέον κρίσιμα θέματα. Σας λέω απλώς επιγραμματικά ότι στο Αμπού Γκράιμπ υπεργολάβοι ιδιώτες είχαν την ανάκριση των κρατουμένων, κάτι που στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη θεωρείται αδιανόητο, πυρήνας δηλαδή αρμοδιοτήτων της δημόσιας τάξης να εκχωρηθούν σε ιδιώτες.
Στο άρθρο 27 έχουμε υποβάλει σχετικές νομοτεχνικές παρατηρήσεις για την προστασία των εργαζομένων στην κατ’ εξοχήν άνιση σχέση τους με τον εργοδότη. Θα ψηφίσουμε παρ’ όλα αυτά «ΠΑΡΩΝ», όπως και στις προηγούμενες διατάξεις, ακριβώς γιατί δεν υπάρχουν ρυθμίσεις για μια σειρά από μέσα επιτήρησης όπως είναι ο γεωεντοπισμός ή βιομετρικά, η επιτήρηση των μέσων επικοινωνίας. Δεν υπήρχε ο χρόνος λόγω της διαδικασίας του κατεπείγοντος να γίνει αναλυτικότερη συζήτηση γι’ αυτά.
Θεωρούμε επίσης ότι τα άρθρα 31 ως 34 περιλαμβάνουν ορισμούς και ρυθμίσεις που ξεπερνούν τον Κανονισμό.
Τελειώνω με το εξής κι ευχαριστώ για την ανοχή, κύριε Πρόεδρε. Δεν θα πάρει παραπάνω από ένα λεπτό.
Θεωρούμε ιδιαίτερα προβληματικές τις διατάξεις που αφορούν τη συγκατάθεση, τη συναίνεση, στα άρθρα 46 του σχεδίου νόμου και 49. Νομίζουμε ότι θα έπρεπε η σχετική ρύθμιση να μην αποτελεί από μόνη της νομική βάση, σύμφωνα και με τις σχετικές προτάσεις της ομάδας εργασίας που εξειδικεύει τις προβλέψεις του Κανονισμού.
Θα έπρεπε να συμπληρωθεί με τις εξής ουσιαστικές προϋποθέσεις νομιμότητας της επεξεργασίας. Πρώτον, αναφορά στο εθνικό δίκαιο ή στο δίκαιο της Ένωσης. Δεύτερον, στην ανάγκη προστασίας ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων και τρίτον, η επεξεργασία να αφορά σε δεδομένα που έχουν προδήλως δημοσιοποιηθεί από το υποκείμενο των δεδομένων αυτών.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Αθανάσιος Μπούρας): Συντομεύετε, παρακαλώ.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Έχετε δίκιο, κύριε Πρόεδρε. Έπρεπε να αναφερθώ σε μια σειρά από διατάξεις γι’ αυτό ξέφυγα από τον χρόνο. Ολοκληρώνω.
Θα ήθελα επίσης μια διευκρίνιση από τον Υπουργό για τη μεταβατική ρύθμιση του άρθρου 83 παράγραφος 4, όπου ορίζεται ότι οι αιτήσεις που εκκρεμούν εκτός από τις παραδεκτές προσφυγές τίθενται στο αρχείο με πράξη του Προέδρου της Αρχής. Φοβόμαστε ότι μπορούν μια σειρά από εκκρεμείς υποθέσεις που έχουν αντικείμενο να τεθούν στο αρχείο και γι’ αυτό θα θέλαμε κάποιες εξηγήσεις.
Περιμένουμε και τις νομοτεχνικές βελτιώσεις, για να οριστικοποιήσουμε τη θέση μας επί των άρθρων. Αν δεν υπάρχουν συγκλονιστικές εκπλήξεις, όπως είπα προηγουμένως, θα ψηφίσουμε θετικά επί της αρχής του νομοσχεδίου, επιφυλασσόμενοι για τα άρθρα τα οποία σας είπα.
Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στα άρθρα 46 και 49, θα ψηφίσουμε «ΚΑΤΑ» στα άρθρα αυτά.
Σας ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
…
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Είναι αναγκαίο να τοποθετηθώ, διότι προς τιμήν του ο Υπουργός έκανε δεκτές πολλές προτάσεις νομοτεχνικών βελτιώσεων, για τις οποίες δεν είχα τη δυνατότητα να τοποθετηθώ πλήρως στην αρχική μου τοποθέτηση.
Καταρχάς, θα ήθελα να πω ότι στον βαθμό που επέτρεπε η διαδικασία του κατεπείγοντος, έγινε ουσιαστική συζήτηση που επέτρεψε να αναδειχθούν κίνδυνοι για τα προσωπικά δεδομένα, γενικότερα για την προσωπική ελευθερία. Θέλω να τονίσω ιδιαίτερα το γεγονός ότι διαλύθηκαν και κίνδυνοι και όσα σκιάχτρα είχαν προβληθεί από άλλον Υπουργό, τον Υπουργό Εργασίας, ως θλιβερό πρόσχημα για την κατάργηση ιδιαίτερα προστατευτικής διάταξης υπέρ των εργαζομένων.
Σας θυμίζω ότι ο κ. Βρούτσης είχε ισχυριστεί ότι με την κατάργηση της διάταξης που επέβαλε να αιτιολογούνται οι απολύσεις των εργαζομένων, προστατεύονται οι ίδιοι από το φακέλωμα τους από τον εργοδότη. Αποδεικνύεται και γιατί ο Κανονισμός ίσχυε πολύ πριν έρθει για συζήτηση το θέμα αυτό. Αποδείχθηκε, ακόμη, ότι αποτελούσε πρόσχημα και όχι ουσία η επίκληση του λόγου αυτή.
Και οφείλω να πω ότι στο άρθρο 27, που εξακολουθούν να υπάρχουν αρκετά προβλήματα, ο Υπουργός έκανε δεκτές ορισμένες από τις προτάσεις μας, που αφορούσαν βελτίωση της υφιστάμενης προστασίας, σε ό,τι αφορά τη μη αξιολόγηση του προσωπικού από τα στοιχεία που προκύπτουν από συστήματα παρακολούθησης μέσω κλειστού κυκλώματος, την απαγόρευση προστασίας προσωπικών δεδομένων σε σχέση με την καταγγελία της σύμβασης κ.λπ.
Ενόψει, λοιπόν, αυτών, και επειδή αναγνωρίζουμε -επαναλαμβάνω- την προσπάθεια που έγινε σε πολύ περιορισμένο χρόνο και στα ασφυκτικά όρια που επέβαλλε η διαδικασία του κατεπείγοντος, μολονότι για τους λόγους που εκθέσαμε θεωρούσαμε ότι η Κυβέρνηση θα μπορούσε να την είχε αποφύγει, υπερψηφίζουμε το νομοσχέδιο.
Θα δηλώσουμε «ΠΑΡΩΝ» στην ψήφιση των άρθρων 17, 22, 24, 27, 28, 31 έως 34 και 41. Η ψήφος μας εδώ έχει το νόημα ότι παρά τις θετικές βελτιώσεις που έγιναν, υπάρχουν σημαντικά ακόμα κενά προστασίας είτε αποκλίσεις από την Οδηγία, που θα πρέπει να καλυφθούν στο μέλλον.
Ψηφίζουμε κατά για να δηλώσουμε την πιο έντονη αντίθεσή μας στα παρακάτω άρθρα.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Απόστολος Αβδελάς): Θα τα πείτε στην ψηφοφορία, κύριε Κατρούγκαλε, αυτά.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Θέλω να αιτιολογήσω όμως το γιατί.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Απόστολος Αβδελάς): Παρακαλώ.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Καταψηφίζουμε το άρθρο 12, διότι μολονότι είχε προσκληθεί ο Υπουργός από τον κ. Καστανίδη να επεκτείνει τα κωλύματα που αφορούν τον Πρόεδρο της Αρχής με την ίδια λογική που είχαν επιβληθεί κωλύματα στην περίπτωση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αυτό δεν έγινε.
Θεωρώ αυτονόητο ότι λόγους καλής νομοθέτησης κωλύματα ουσιαστικά θα πρέπει να είναι τα ίδια σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τη βάση τους σε όλες τις Αρχές, ανεξαρτήτως αν είναι συνταγματικά προβλεπόμενες ή όχι, γιατί είναι διακριτό πράγμα η διαδικασία επιλογής από το ουσιαστικό, δηλαδή το τυπικό κώλυμα, που στην πραγματικότητα συνιστά απαράδεκτο που δεν επιτρέπει καν να προχωρήσουμε στη διαδικασία αυτή.
Στο άρθρο 25 θα ψηφίσουμε κατά. Υπάρχει βελτίωση, η οποία προβλέπει ότι οι ιδιωτικοί φορείς μπορούν -προστέθηκε κατόπιν αιτήματος δημόσιας αρχής- να επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα για λόγους εθνικής ή δημόσιας ασφάλειας. Εμείς θεωρούμε ότι μόνο μεταβίβαση θα ήταν συνταγματικά ανεκτή. Θεωρούμε ότι είναι αντισυνταγματική η ρύθμιση που επιτρέπει για αρμοδιότητες που αφορούν τον πυρήνα της άσκησης κρατικής εξουσίας, όπου είναι σχετικές με τη δημόσια τάξη ή την ασφάλεια, να επιτρέπεται η επεξεργασία από ιδιωτικούς φορείς.
Επίσης, ψηφίζουμε κατά στα άρθρα 46 και 49 γιατί θεωρούμε ότι η έννοια της συναίνεσης θα έπρεπε να έχει περισσότερο προστατευτικό περιεχόμενο για το υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων.
Ευχαριστώ για την ανοχή, κύριε πρόεδρε.