Ομιλία στη Βουλή για την «Κύρωση του Πρωτοκόλλου στη Συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού για την Προσχώρηση της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας»

0

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ

ΙΖ΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΣΥΝΟΔΟΣ Δ΄

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΟΒ΄

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2019

Μόνη συζήτηση και ψήφιση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εξωτερικών: «Κύρωση του Πρωτοκόλλου στη Συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού για την Προσχώρηση της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας».

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών): Ναι, κύριε Πρόεδρε, ευχαριστώ.

Απλώς, για δύο θέματα που έθεσε ο κ. Βενιζέλος, θα ήθελα να δώσω δύο διευκρινήσεις. Υπάρχει πλήρης κατοχύρωση του ergaomnes στη Συμφωνία. Όπως φαίνεται από το άρθρο 1 παράγραφος 9, όλα τα νέα έγγραφα τα οποία θα εκδοθούν μετά τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, δηλαδή αμέσως μόλις κυρώσουμε το Πρωτόκολλο, είναι υποχρεωτικό να χρησιμοποιούν τη νέα συνταγματική ονομασία. Οι μεταβατικές περίοδοι δεν αφορούν τα νέα έγγραφα, αφορούν τα υφιστάμενα έγγραφα. Και εκεί η Συμφωνία κάνει μια διάκριση ανάμεσα στα έγγραφα που μπορεί να χρησιμοποιηθούν στο εξωτερικό, για τα οποία υπάρχει μια πενταετής προθεσμία και για τα υπόλοιπα που δεν χρησιμοποιούνται στο εξωτερικό και που αναφέρονται στην παράγραφο που θέσατε υπόψη του Κοινοβουλίου.

Ο λόγος γι’ αυτό είναι απλός. Υπάρχουν δεκάδες εκατομμύρια έγγραφα αυτή τη στιγμή. Και ενώ προφανώς μπορούμε να τους επιβάλλουμε την υποχρέωση τα νέα έγγραφα να ανταποκρίνονται στην υποχρέωση που έχουν αναλάβει, δεν θα ήταν πραγματοποιήσιμο να αντικαταστήσουν αυτομάτως όλα τα υφιστάμενα έγγραφα αυτά.

Ως προς το δεύτερο σκέλος των παρατηρήσεών σας, θέλω να πω ότι συμφωνώ απολύτως με αυτά τα οποία είπατε. Αποτελούν πλήρη απάντηση στους αντίθετους ισχυρισμούς της Νέας Δημοκρατίας και οφείλω επίσης να τονίσω ότι αποτελούν την ενδεδειγμένη ερμηνεία υπέρ των εθνικών συμφερόντων μιας ήδη κυρωθείσας σύμβασης.

Είχα απευθυνθεί στον κ. Κουμουτσάκο στην Επιτροπή και του είπα ότι από τη στιγμή που έχουμε ήδη μια συμφωνία που έχει κυρωθεί, δε νοείται να υπονομεύεται το εθνικό συμφέρον, προβάλλοντας ερμηνεία αυτής της Σύμβασης, όπως θα την ήθελε η άλλη πλευρά.

Εσείς, λοιπόν, υπηρετείτε το εθνικό συμφέρον αλλά και την ορθή ερμηνεία,, όπως άλλωστε και ο Επίτροπος Χαν σε αντίστοιχη δήλωσή του της 29ης Ιανουαρίου. Εκεί είχε σαφώς δηλώσει ότι καθόλου δεν έχουμε απεμπολήσει κανένα δικαίωμα σε ό,τι αφορά τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, σε ό,τι αφορά τα κριτήρια της καλής γειτονίας. Αυτή είναι η αλήθεια και ακριβώς νομίζω ότι με αυτόν τον τρόπο προβάλλεται ιδιαίτερα ανάγλυφα και ο αντίθετος υποκριτικός, και ειδικά στο συγκεκριμένο σημείο υπονομευτικός, της εθνικής θέσης τρόπος αντιμετώπισης του εθνικού θέματος από τη Νέα Δημοκρατία.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών): Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.

Χθες ο νυν φυγόδικος, πρώην πρωθυπουργός της σε λίγο Βόρειας Μακεδονίας προχώρησε σε μία αναλυτική δήλωση. Είπε: «Η Μακεδονία τα έδωσε όλα, απώλεια ονόματος, ταυτότητας και ιστορίας. Γίναμε η γενιά της ήττας και της ταπείνωσης. Η Ελλάδα κέρδισε το λαχείο.» Είναι σαν να βλέπει κανείς συμμετρικά αντεστραμμένα σε κάτοπτρο όσα ακούσαμε κατά της Συμφωνίας από όλους αυτούς που θεωρούν ότι είναι εθνικά επιβλαβής.

Πώς εξηγείται, λοιπόν, το γεγονός ο κ. Μητσοτάκης να βλέπει στον καθρέφτη και να αντικρίζει εκεί το πρόσωπο του Γκρούεφσκι; Δεν ήταν έτσι ο κ. Μητσοτάκης. Δεν αφορά τις προσωπικές ιδέες του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας ο κατοπτρισμός. Αφορά τη στρατηγική επιλογή του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να μην αντιμετωπίσει αυτό το κρίσιμο εθνικό θέμα με όρους εθνικής ευθύνης, αλλά με όρους μικροπολιτικούς. Απέστη από την εθνική θέση, την οποία συνδιαμόρφωσε η παράταξη του, αποφάσισε να διχάσει τον λαό για να μην διχάσει το κόμμα του, για να μη δυσαρεστήσει εκείνη την ακραία πλευρά του κόμματός του που ποτέ δεν είχε σχέση με την εθνική θέση, που κατήγγειλε ως «κωλοτούμπα» τον Κώστα Καραμανλή όταν τη διαμόρφωνε και που τώρα, δυστυχώς, φαίνεται να προσδιορίζει τον τόνο και το ύφος της Νέας Δημοκρατίας. Γι’ αυτό όταν βλέπει κανείς στο Βήμα έναν Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο της ευπρέπειας του κ. Δένδια, είναι πράγματι σαν να βλέπει εκπρόσωπο από άλλο κόμμα.

Αυτό γιατί είναι κρίσιμο; Δεν αφορά μόνο τα πολιτικά χαρακτηριστικά του διαλόγου, αφορά τη δυνατότητα στα εθνικά ζητήματα να μπορούμε να διαμορφώνουμε εθνική γραμμή. Πράγματι από το 1993 την είχαμε διαμορφώσει, από το 2007 και μετά με πανηγυρικό τρόπο και την υποστηρίζαμε.

Αν, αντιθέτως, είναι τα μικροκομματικά κριτήρια, τα οποία κάθε φορά που θα είναι ένα κόμμα στην αντιπολίτευση, θα το οδηγούν να διαφοροποιείται από την εθνική γραμμή, τότε στην πραγματικότητα υπονομεύουμε τις δυνατότητες της χώρας να έχει ισχυρή διαπραγματευτική θέση στο εξωτερικό και ως άμεση παρενέργεια στο εσωτερικό πολιτικό επίπεδο να έχουμε έναν πολιτικό διάλογο που να βασίζεται στην υποκρισία και στην ανειλικρίνεια.

Περιγράψατε σαν θρίαμβο αυτό που έγινε στο Βουκουρέστι, μολονότι ορθά σας είπε ο προηγούμενος Υπουργός Εξωτερικών ότι την απόφαση στο Βουκουρέστι ακολούθησε η απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης, που έκρινε ως διεθνή παραβάτη τη χώρα μας, ότι παραβίασε το άρθρο 11 παράγραφος 1 της ενδιάμεσης Συμφωνίας Αυτό το αντιμετωπίσατε σαν να ήταν κάτι έλασσον. Η χώρα που έχει ως σημαία και ως βασικό στήριγμα της εξωτερικής της πολιτικής το διεθνές δίκαιο, να θεωρεί ασήμαντο εάν ένα διεθνές δικαστήριο, και μάλιστα το Διεθνές Δικαστήριο, κρίνει ότι παραβιάζει τις διεθνείς της υποχρεώσεις.

Και προβάλετε ως τίτλο τιμής το ότι επί τριάντα χρόνια δεν είχατε καταλήξει σε συμφωνία, λες και θα μπορούσε να παρατείνεται η εκκρεμότητα στο διηνεκές, όχι μόνον επί βλάβη των συμφερόντων της χώρας, λόγω της αντικειμενικής κατάστασης που διαμορφωνόταν σε βάρος μας, αλλά και γιατί θα παραβιάζαμε και άλλη διεθνή υποχρέωση, που είχαμε αναλάβει με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ του 1993 και την Ενδιάμεση Συμφωνία, να καταλήξουμε σε οριστική λύση. Και όταν φέραμε μία λύση, που όχι απλώς υπηρετεί την εθνική θέση, αλλά τη βελτιώνει, -γιατί πετύχαμε επιπλέον και αναθεώρηση του Συντάγματος που δεν ήταν στοιχείο αυτών που ζητούσαμε παγίως, ακριβώς γιατί θεωρούσατε ότι δεν μπορούσαμε να το πετύχουμε- τα επιχειρήματα που προβάλατε ήταν πάλι υποκριτικά και ανειλικρινή.

Ας πάμε σε αυτό που συζητάμε τώρα, την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Αυτό που λέγατε ήδη στο Βουκουρέστι δεν είναι: «Πρώτα λύση, μετά ένταξη»; Τώρα έχουμε ψηφίσει, η Ελληνική Βουλή έχει κυρώσει μια συμφωνία που επιλύει το θέμα. Έχετε δηλώσει ότι δεν σας ικανοποιεί αυτή η λύση. Δηλώσατε ότι θα την ανατρέψετε; Θα ακυρώσετε αυτή τη Συμφωνία; Δεν τη θεωρείτε και εσείς ως δεδομένη; Γιατί είναι λογικά συνεπές, εφόσον υπάρχει λύση σε αυτό που πάλι εσείς είχατε θεωρήσει ότι είναι εθνική γραμμή «πρώτα λύση και μετά ένταξη» να μην το ακολουθήσετε; Δεν είναι αυτό νέα ασυνέπεια και νέα υποκρισία;

Όλο το πλέγμα των επιχειρημάτων σας είναι υποκριτικό, για παράδειγμα ότι τάχα δεν εξασφαλίσαμε εκ των προτέρων εγγυήσεις απέναντι στην Τουρκία, απέναντι στην τροποποίηση κανονισμών που δεν θεωρούμε ότι είναι προς το συμφέρον μας στο ΝΑΤΟ.

Σας ρώτησα και στην Επιτροπή, όταν εσείς δεχτήκατε την ένταξη της Αλβανίας στο ΝΑΤΟ, ζητήσατε κάτι; Πήρατε κάποια εγγύηση; Δεν χρειάζεται να σας το πω, ότι σε σχέση με την Αλβανία δεν είχαμε μόνο τα γενικότερα θέματα, είχαμε και το θέμα της μειονότητάς μας εκεί. Τι πρόσθετη εγγύηση πήρατε; Τι ακραία υποκρισία είναι αυτή, να μας εγκαλείτε για κάτι, που όταν εσείς ήσασταν στο τιμόνι της χώρας, δεν το κάνατε, δεν το πράξατε.

Η δική μας λογική είναι διαφορετική. Εμείς πιστεύουμε ότι αυτή η Συμφωνία είναι καλή, όχι μόνο γιατί ανταποκρίνεται στο εθνικό μας συμφέρον, αλλά γιατί είναι ισορροπημένη, εξασφαλίζει μία αμοιβαία επωφελή λύση στην περιοχή, που είναι προϋπόθεση για τη διάρκεια και τη μακροημέρευση της Συμφωνίας. Γιατί, εάν δεν επικρατήσει ένα πνεύμα φιλικής συνεργασίας, όχι μόνο μεταξύ των δύο κρατών -στο κάτω κάτω, πέρα από το όνομα ποτέ δεν είχαμε να μοιράσουμε κάτι με τη διπλανή χώρα- στο σύνολο της περιοχής των Βαλκανίων, ουσιαστικά θα απεμπολήσουμε τη δυνατότητα που έχουμε να πρωταγωνιστήσουμε σε ένα ενιαίο οικονομικό χώρο, όπου είναι προφανές ότι έχουμε κυρίαρχο πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά και ταυτόχρονα θα στερούσαμε από το κράτος μας, από τη χώρα μας τη δυνατότητα να είναι ο εγγυητής της πολιτικής σταθερότητας και της ειρήνης στα Βαλκάνια.

Ευτυχώς, αντίθετα με εσάς, όλες οι πολιτικές οικογένειες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκτός από την ακραία Δεξιά, όλοι οι ηγέτες της παγκόσμιας σκηνής έχουν αναγνωρίσει και το θάρρος και την εμβέλεια αυτής της ιστορικής Συμφωνίας. Πέρα από αυτά που προανέφερα, το ότι επιλύεται δηλαδή μία μακροχρόνια και πικρή διαφορά, πέρα από το γεγονός ότι η χώρα μας γίνεται εξαγωγέας σταθερότητας στα Βαλκάνια, έχουμε ως κέρδος και τη μεγάλη αναβάθμιση του διπλωματικού μας κύρους, το τεράστιο διπλωματικό κεφάλαιο που προσκομίσαμε από αυτή τη Συμφωνία, και το οποίο προφανώς και θα ταξιοποιήσουμε εκεί που μετρά.

Ο γενικός εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας μάς κατηγόρησε για υποτακτικότητα. Δεν θέλω να  προχωρήσω σε ιστορικές αναφορές, γιατί πράγματι θα ήθελα να συζητήσουμε τα σημεία που μπορούν να μας ενώσουνστο να ακολουθούμε μία εθνική πολιτική. Η παράταξή μας, όμως, ήταν πάντα πατριωτική και δεν ήταν Πρωθυπουργός από τον δικό μας χώρο ή αρχηγός της δικής μας παράταξης αυτός που απευθύνθηκε σε Αμερικανό στρατηγό και του είπε για τον Ελληνικό Στρατό: «Στρατηγέ, ιδού ο Στρατός σας».

Και αυτό δεν αποτελούσε τυχαίο πολιτικό γεγονός. Η έλλειψη αυτοπεποίθησης της ελληνικής άρχουσας τάξης, η αδυναμία να έχει μία αυτόφωτη πολιτική ηγεμονία την οδηγούσε πάντοτε σε αναζήτηση ξένων προστατών.

Εκεί πράγματι είναι η μέρα με τη νύχτα η δική σας πολιτική και η δικήμας. Και ακριβώς αυτό δείχνει και την ουσία της πολυδιάστατης πολιτικής μας και σε σχέση με το ΝΑΤΟ και σε σχέση με τους άλλους διεθνείς οργανισμούς.

Καταρχάς, σε σχέση με την ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ είναι προφανές ότι δεν είναι δική μας απόφαση, είναι απόφαση της δικής της κυβέρνησης και από ό,τι φαίνεται ένα από τα λίγα πράγματα στα οποία υπάρχει ομοφωνία στη γειτονική χώρα.Θα μπορούσαμε να γίνουμε εμείς πολιτικοί κήνσορες αυτής επιλογής;

Και μας κατηγορήσατε ότι άλλα λέγαμε στο παρελθόν για το ΝΑΤΟ και άλλα λέμε τώρα.Είπα και στην τοποθέτησή μου στην Επιτροπή ότι άλλος ήταν ο ρόλος του ΝΑΤΟ στη ψυχροπολεμική περίοδο σε ένα διπολικό κόσμο, άλλος είναι ο ρόλος και η λειτουργία του ΝΑΤΟ σε ένα πολυπολικό.

Είναι οδηγός της δικής μας εξωτερικής πολιτικής η συνειδητοποίηση της ανάγκης να προωθούμε τα εθνικά μας συμφέροντα με τη συμμετοχή μας σε όλους τους οργανισμούς που μπορούν να έχουν ρόλο για τη σταθερότητα και στην ασφάλεια.

Η δική μας πρωταρχική επιλογή είναι η ενίσχυση της αυτόνομης δυνατότητας της Ευρώπης να έχει τη δική της εξωτερική πολιτική και τη δική της άμυνα, αν θέλουμε πράγματι η Ευρώπη να μην είναι πολιτικός νάνος στη παγκόσμια σκηνή. Γι’ αυτό και είμαστε συνοδοιπόροι και υποστηρίζουμε τιςφωνές που ακούγονται να μην θεωρηθεί απλό σχήμα λόγου η ρήτρα της παραγράφου 7 του άρθρου 42 της Συνθήκης της ΕΕ για την προώθηση συνεργασίας στο αμυντικό επίπεδο ακριβώς γιατί είμαστε χώρα που δέχεται απειλές και μάλιστα απειλές που έχουν ιστορική διάρκεια και ιστορικό βάθος.

Και σε αυτό το θέμα, λοιπόν, το κύριο χαρακτηριστικό της δικής μας πολιτικής είναι η προσήλωση σε αρχές, ο πολυδιάστατος χαρακτήρας, της οποίας συνίσταται στην προώθηση των εθνικών μας συμφέροντων, μας πολιτικής ειρήνης, φιλίας και συνεργασίας, χωρίς κρυπτοηγεμονικές βλέψειςστην περιοχή μας, αλλά με τη φιλοδοξία να είμαστε παράγοντας σταθεροποίησης της, να μετατρέψουμε την πυριτιδαποθήκη των Βαλκανίων σε έναν ενιαίο οικονομικό χώρο συνεργασίας οικονομικής και πολιτικής.

Και η Συμφωνία των Πρεσπών έχει ακριβώς ένα μεγάλο κεφάλαιο, που καταλαμβάνει τη μισή της ύλη περίπου, αφιερωμένο ακριβώς στη δυνατότητα ανάπτυξης των οικονομικών διμερών μας σχέσεων. Και έχουμε, πέρα από αυτήν την προσπάθεια, συμπεριλάβει και πολύ συγκεκριμένες ρήτρες για την προστασία των εθνικών μας συμφερόντων στο μέλλον.

Ακόμα και σήμερα που θα προχωρούμε στην κύρωση από τη Βουλή του Πρωτοκόλλου Ένταξης θα διατηρήσουμε το δικαίωμα μέχρις ότου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στείλει το επικυρωτήριο όργανο στον θεματοφύλακα της Συνθήκης του ΒόρειουΑτλαντικού, που είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, να ελέγχουμε το εάν, όπως πιστεύω εγώ ότι θα συμβεί, εφαρμόζει πιστά το πνεύμα και το γράμμα της Συμφωνίας η άλλη πλευρά.

Και αντίθετα με όσα λέγατε και σας διέψευσε πανηγυρικά και ο αρμόδιος Επίτροπος για τα θέματα διεύρυνσης, ο κ. Χαν, η ίδια η Συμφωνία ποτέ δεν απέκλεισε τη δυνατότητα άσκησης βέτο σε κάθε φάση των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της γειτονικής χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν ξεκινήσει τον Ιούνιο, όπως εμείς θα υποστηρίξουμε, εάν παραβιάζεται αυτή. Γιατί δεν είναι μόνο τα κριτήρια της Κοπεγχάγης που αφορούν τη δημοκρατία, την περιφρούρηση του ευρωπαϊκού κεκτημένου αλλά και τα θέματα που αφορούν την καλή γειτονία είναι μεταξύ αυτών, τα οποία προφανώς έχουμε τη δυνατότητα να παρακολουθούμε, ώστε να προβάλουμε αν χρειαστεί τις αναγκαίες αντιθέσεις μας στη διαπραγμάτευση, εάν η άλλη πλευρά δεν ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της.

Εάν υπάρχει μια βασική διαφορά στην εξωτερική μας πολιτική μεταξύ ημών και της Νέας Δημοκρατίας σε αυτό το θέμα δεν είναι τόσο η ουσιαστική τοποθέτηση επί του Μακεδονικού, γιατί σας είπα και εμείς την εθνική θέση εφαρμόζουμε σύνθετη ονομασία, erga omnes. Η βασική μας διαφορά είναι ότι εμείς δεν είμαστε φοβική δύναμη, ούτε δύναμη της αδράνειας. Θέλουμε να δίνουμε λύσεις στα προβλήματα και αυτό δεν το έχουμε αποδείξει μόνο στα θέματα των σχέσεων μας με τη -σε λίγο- Βόρεια Μακεδονία. Για τη Σαρία, γιατί δεν κάνατε κάτι τόσες δεκαετίες;

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ (Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών): Γιατί; Πότε ωρίμασαν τα θέματα, κύριε Κουμουτσάκο;

Σας διάβασα την αρχική τοποθέτηση του Πρέσβη μας, Γ. Παπούλια, το 1993 στα Ηνωμένα Έθνη όπου δήλωνε την ανάγκη ταχείας και επείγουσας επίλυσης του προβλήματος. Πώς ήταν δυνατόν κάτι που ήταν δεκτικό ταχείας και επείγουσας επίλυση το 1993να μην είναι ώριμο το 2019;

Και ξέρετε υπάρχει ένα βασικό νόμισμα της πολιτικής που είναι η αξιοπιστία και η ειλικρίνεια. Αν αυτό λείψει από τον πολιτικό διάλογο, υποβαθμίζεται αυτός σε τέτοιο επίπεδο που και οι πολίτες χάνουν την εμπιστοσύνη τους στο πολιτικό σύστημα.

Σε όλα, λοιπόν, αυτά τα επίπεδα εμείς έχουμε προσπαθήσει να δώσουμε δείγματα γραφής εθνικής ευθύνης και σε αυτό το θέμα και στα υπόλοιπα. Και νομίζω ότι ο ελληνικός λαός αυτό θα το εκτιμήσει και θα το αξιολογήσει, γιατί πρέπει πάντοτε απέναντι στην Ιστορία να έχουμε αυτήν τη στάση υπευθυνότητας και να μην αναζητούμε τα προσωρινά πολιτικά κέρδη.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Share.