ΙΖ’ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΣΥΝΟΔΟΣ Α’
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΡΠ’
Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016
Γ. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Συζήτηση και ψήφιση επί των άρθρων και των τροπολογιών και ψήφιση στο σύνολο του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων: «Ρυθμίσεις για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση, τη διαπολιτισμική εκπαίδευση και άλλες διατάξεις», σελ. 14703 – 14715, 14730 – 14732, 14934 – 15010
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ (Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης): Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
Ακριβώς πριν μπω στο κύριο αντικείμενο της παρέμβασής μου, που αφορά τις εργασιακές σχέσεις στην ιδιωτική εκπαίδευση, επιτρέψτε μου μια νομοτεχνική βελτίωση στην υπ’ αριθμόν 638/26-8-2013 τροπολογία, αρμοδιότητας του Υπουργείου μας, που ρύθμιζε το εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων. Από παραδρομή δεν το είχαμε επεκτείνει και στους φορείς πρόνοιας των υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, που πάντοτε ακολουθούν τις ρυθμίσεις του δημοσίου. Αυτό διευκρινίζεται, λοιπόν, στην παράγραφο 3, στο άρθρο 2 της τροπολογίας, ότι, δηλαδή, αυτά που αφορούν το Ταμείο Προνοίας των Δημοσίων Υπαλλήλων αφορούν και τους φορείς πρόνοιας υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.
Την καταθέτω για τα Πρακτικά.
(Στο σημείο αυτό ο Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κ. Γεώργιος Κατρούγκαλος καταθέτει για τα Πρακτικά την προαναφερθείσα νομοτεχνική βελτίωση, η οποία έχει ως εξής:
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ (Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης): Ομολογώ ότι μου έκανε εντύπωση η αντίθεση των κομμάτων της αντιπολίτευσης στις ιδιαίτερα μετριοπαθείς και προστατευτικές διατάξεις του Υπουργείου Παιδείας ως προς το εργασιακό καθεστώς των ιδιωτικών εκπαιδευτικών.
Είναι προφανές ότι δεν μπορεί η εποπτεία της ιδιωτικής εκπαίδευσης να είναι στο Υπουργείο Εμπορίου ή στο Υπουργείο Εργασίας, γιατί η εκπαίδευση δεν αποτελεί εμπόρευμα αλλά δημόσιο και δη κοινωνικό αγαθό. Αυτό δεν είναι χαρακτηριστικό του Συντάγματος του 1975, που, πράγματι, αφιερώνει μια ξεχωριστή παράγραφο, την υπ’ αριθμόν 8, ανάγοντας την εποπτεία ειδικά επί των εργασιακών σχέσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών σε συνταγματική υποχρέωση. Ήδη ο ν.3855/1958 είχε ειδικές ρυθμίσεις για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς.
Μάλιστα, μου έκανε εντύπωση το εξής παράδοξο: Το ότι γίνονται αιτιώδεις οι καταγγελίες της σχέσης εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών προβλήθηκε και σε αυτή την Αίθουσα και από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα ιδιαίτερα νεοφιλελεύθερα, ως σοβιετική ρύθμιση.
Φαίνεται να αγνοούν, όσοι άσκησαν αυτήν την κριτική, ότι ήδη, μετά την κύρωση του αναθεωρημένου ευρωπαϊκού κοινωνικού χάρτη, παύει να ισχύει ο κανόνας που, πράγματι, μέχρι τώρα ίσχυε γενικά στο εργατικό μας δίκαιο, σύμφωνα με τον οποίο είναι αναιτιώδης η καταγγελία της σύμβασης εργασίας. Στο εξής υποχρεωτικά πρέπει να αιτιολογείται κάθε απόλυση εργαζομένου στον ιδιωτικό τομέα.
Αυτό που κάνει, λοιπόν, το νομοσχέδιο του Υπουργείου, είναι να ανταποκριθεί -πέραν αυτής της γενικής υποχρέωσης να αιτιολογούνται οι καταγγελίες των σχέσεων εργασίας σε συνταγματική επιταγή, που πώς την έχει ερμηνεύσει το Συμβούλιο Επικρατείας σε μια σειρά από αποφάσεις του;
Για λόγους αρχείου θα καταθέσω για τα Πρακτικά της Βουλής μία από αυτές.
Λέει, λοιπόν, μια πάγια σειρά αποφάσεων της νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας ότι η έντονη ρυθμιστική επέμβαση του νομοθέτη στην οργάνωση και λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων και ιδίως στην υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού τους, αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος της εκπαίδευσης και δη, η εξασφάλιση στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς λειτουργούς σταθερών συνθηκών εργασίας, αποτελεί συνταγματικό λόγο δημοσίου συμφέροντος ώστε να μπορούν αυτοί απερίσπαστοι να εκτελούν τα καθήκοντά τους.
Αυτό αποτελεί κοινό τόπο και στη νομολογία και στους δημοσιολογούντες.
Για λόγους, πάλι, αρχείου θα καταθέσω μια σχετική γνωμοδότηση που συνυπογράφει ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, ο συνάδελφος κ. Λοβέρδος, μαζί με τον κοινό μας δάσκαλο, τον Δημήτρη τον Τσάτσο.
(Στο σημείο αυτό ο Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κ. Γεώργιος Κατρούγκαλος καταθέτει για τα Πρακτικά τα προαναφερθέντα έγγραφα, τα οποία βρίσκονται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
Ακριβώς αυτό αποτελεί, άλλωστε, και μια από τις ιδιαιτερότητες του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, ότι αντιμετωπίζουμε την εκπαίδευση όχι ως ιδιωτικό αγαθό αγοραίο, αλλά ως δημόσιο και κοινωνικό αγαθό. Και ακριβώς εκεί βρίσκεται μια από τις βασικές διαφορές μας με τον πλήρως laissez faire -ας πούμε- αγγλοσαξονικό καπιταλισμό.
Σας θυμίζω ότι ένας από τους λόγους της απήχησης του μηνύματος του Σάντερς ήταν ακριβώς η έμφασή του στο ότι πρέπει να είναι δημόσια ή τουλάχιστον δωρεάν η παροχή της εκπαίδευσης. Και βρήκε εύφορο έδαφος, ακριβώς γιατί αυτή τη στιγμή οι φοιτητές στις Ηνωμένες Πολιτείες είτε αποκλείονται είτε υπερχρεώνονται με βάση τα δάνεια, που δίνονται εκεί για να μπορούν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα στα κολλέγια και στα πανεπιστήμια. Προσοχή, όμως, στην Ελλάδα δεν έχουμε μόνο αυτό το γενικό ζήτημα της σύγκρουσης ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν την αγορά ανεξέλεγκτη, ακόμα κι εκεί που υπάρχουν κοινωνικά αγαθά, και σε αυτούς που θέλουν την υπεράσπιση ενός άλλου μοντέλου.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα έχουμε τα χαρακτηριστικά αυτού του παρασιτικού και πελατειακού καπιταλισμού, που εύκολα καταγγέλλεται πια από τη μεριά της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ ως προς τη βάση του, δηλαδή, τα μικρά ρουσφέτια που γίνονταν για να γίνει μια πρόσληψη, ας πούμε, στο δημόσιο τομέα, ακριβώς για να μείνει στο κενό της πολιτικής πρακτικής το βασικό χαρακτηριστικό αυτού του συστήματος «πελατειασμού» και διαπλοκής, που ήταν η συμβιωτική σχέση των ιδιωτικών και των δημοσίων συμφερόντων στην κορυφή.
Για να πω τα πράγματα με το όνομά τους, η ύπαρξη σχολαρχών, που για τις διαδοχικές και συνεχείς παρανομίες τους είχαν προστασία από το πολιτικό σύστημα, πολλές φορές στο ανώτατο επίπεδο του πολιτικού συστήματος και οι συνεχείς αυτές παρανομίες δεν ελέγχονταν, ακριβώς, γιατί είναι αντικείμενο της πελατειακής προστασίας.
Να σας πω εδώ ότι αν δεν πρόκειται για μια άσκηση ιδιόμορφου χιούμορ που μου διαφεύγει, η δήλωση των σχολαρχών, την οποία διάβαζα σήμερα, κατά την οποία τάχα προκύπτει από τους ελέγχους του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας ότι είναι εργασιακός παράδεισος η κατάσταση στα ιδιωτικά σχολεία, είναι εντελώς ανακριβής. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Δεν υπάρχει περίπτωση κατά την οποία να μην έχουμε βρει παρανομίες σε όσους ελέγχους έχει προχωρήσει η Επιθεώρηση Εργασίας. Και μάλιστα, ακόμα και στα μεγάλα σχολεία υπάρχει μια ουσιαστική προσπάθεια να μην γίνει καν ο έλεγχος, να απαγορευτεί η είδος στους επιθεωρητές εργασίας. Και ακριβώς επειδή δεν θέλουμε με την αστυνομική δύναμη να εισέλθουμε σε έναν χώρο και να παραβιάσουμε την εκπαιδευτική ειρήνη, πολλές φορές οι επιθεωρητές μας είναι αναγκασμένοι να πηγαίνουν και να κάνουν τους ελέγχους όταν τα σχολεία δέχονται τους γονείς, στο πλαίσιο των επισκέψεων.
Και σε όλες αυτές τις περιπτώσεις βρίσκουμε παρανομίες που είτε ανάγονται στην κατάσταση την εργασιακή των ιδιωτικών εκπαιδευτικών είτε στο βάφτισμα ιδιωτικών εκπαιδευτικών ως εργαζομένων με άλλο καθεστώς, ακριβώς για να ξεφεύγουν οι σχολάρχες από τις υποχρεώσεις της ιδιωτικής εκπαιδευτικής νομοθεσίας.
Για να ολοκληρώσω, δεν αφορά αυτή η προστασία του παλαιού πολιτικού συστήματος συστηματικές παρανομίες μόνο στην λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων. Η ΟΙΕΛΕ είχε απευθύνει στον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, όταν ήταν Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και υπεύθυνος για την νομιμότητα στην δημόσια εκπαίδευση, σειρά καταγγελιών, που αφορούσαν παράτυπους ή παράνομους τίτλους ιδιωτικών σχολείων, που έπρεπε να ελεγχθούν ως προς την νομιμότητά τους, συνδυασμένες με καταγγελίες ότι πολλοί κάτοχοι των τίτλων αυτών είχαν θέσεις στη ΝΕΡΙΤ, στο Υπουργείο Παιδείας.
Καταθέτω αυτές τις απόρρητες και εμπιστευτικές επιστολές, οι οποίες έμειναν χωρίς διερεύνηση, όπως μου δήλωσε η ΟΙΕΛΕ, η οποία επανήλθε με δύο ανάλογες επιστολές όταν εγώ ανέλαβα τα καθήκοντα αυτά. Προφανώς, έστειλα τους σχετικούς φακέλους στον επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης και ως αποτέλεσμα αυτών των ελέγχων που έγιναν -και ούτε συγκάλυψης του προηγούμενου διαστήματος- μπόρεσε η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να ενεργοποιήσει τον νόμο Γιαννάκου και να προχωρήσει στην αποκατάσταση της νομιμότητας στον χώρο αυτό.
(Στο σημείο αυτό ο Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, κ. Γεώργιος Κατρούγκαλος καταθέτει για τα Πρακτικά τα προαναφερθέντα έγγραφα, τα οποία βρίσκονται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)
Για να ολοκληρώσω, με παραξενεύει η στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης εάν δεν ψηφίσουν αυτές τις εντελώς μετριοπαθείς ρυθμίσεις που κινούνται στο πλαίσιο του συνταγματικού μας πολιτισμού για την υπεράσπιση του κοινωνικού αγαθού της παιδείας.
Δυστυχώς, δεν με παραξενεύει η στάση της Νέας Δημοκρατίας, γιατί σε αυτό το πρόσφατο ménage à trois, όπου οι παραδοσιακοί εκπρόσωποι του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, αυτοί που ψήφισαν τον ν.6682/1977 -νόμος Ράλλη είναι αυτός, που καθιερώνει στην ουσία τις ρυθμίσεις, που επανεισάγει τώρα το Υπουργείο Παιδείας- παρακολουθούν αμήχανοι αυτόν τον, κατά την γνώμη μου, παρά φύση πολιτικό γάμο ακροδεξιών και νεοφιλελεύθερων.
Όμως, το δείγμα της δικής μας πολιτικής είναι και σε αυτόν τον τομέα της παιδείας αυτός, που παντού μας χαρακτηρίζει, δηλαδή, υπέρ του κοινωνικού κράτους, υπέρ των αδυνάμων, υπέρ του κοινωνικού συνόλου στην ουσία, γιατί οτιδήποτε υποστηρίζει αυτό που έχει ανάγκη ο ελληνικός λαός είναι τελικά υπέρ του συνόλου, υπέρ της ολότητας.
Σας ευχαριστώ πολύ.